Monday, September 19, 2011

Το σωστό φλερτ (μέρος 1ο)

Είστε σε ένα πολύ ωραίο μαγαζί με την παρέα σας. Γύρω σας βρίσκονται αρκετοί, ωραίοι άνδρες και πολλές όμορφες κοπέλλες. Ο καθένας σας κρατάει ένα ποτό και παρατηρεί την «κίνηση» του μαγαζιού. Ματιές πέφτουνε παντού, απο (σχεδόν) όλους προς όλους. Ματιές αναζήτησης ενός κατάλληλου εκπροσώπου του άλλου φύλου τον οποίο θα θέλαμε να γνωρίσουμε εκείνο το βράδυ, και ότι ήθελε προκύψει. Όμως όσες φορές και αν έχουμε πάει σε κάποιο μπαρ η κάποιο κλαμπ, σπάνια μας έχει συμβεί κάτι καλό, σπάνια δημιουργούμε ωραίες αναμνήσεις που έχουν να κάνουν με την γνωριμία μιας γυναίκας η ενός άνδρα που σήμανε ένα νέο κεφάλαιο στην προσωπική μας ζωή, όσο μεγάλο η μικρό και αν ήταν αυτό.


 Έχετε όλοι βρεθεί σε αυτή την κατάσταση. Και είμαι σίγουρος οτι όλοι θα θέλατε τα πράγματα να είναι διαφορετικά, να είναι καλύτερα. Δεν πιστεύω κανένα άτομο που στην παρούσα φάση είναι ελεύθερο και μου λέει οτι βγαίνει σε νυχτερινά μαγαζιά μόνο για να περάσει καλά με την παρέα του. Μπορεί αυτό να συμβεί κατα καιρούς με όλους μας, καθώς μετά απο ένα χωρισμό μπορεί να θέλουμε να περάσουμε κάποιον χρόνο με τους φίλους μας, όμως, γενικά μιλώντας, είμαστε «προγραμματισμένοι» απο την φύση μας, ειδικά όταν είμαστε μόνοι, να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά σε οτι αφορά την εξεύρεση συντρόφου είτε για ένα βράδυ, είτε για μια ολόκληρη ζωή. Είμαστε φτιαγμένοι απο την φύση μας «μισοί», έτσι ώστε να αναζητάμε ενστικτωδώς το άλλο μας «μισό» για να ολοκληρωθούμε.

 Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες έννοιες σε αυτή τη χώρα, έτσι και το φλερτ είναι μια έννοια, την οποία η μεγάλη πλειοψηφεία της κοινωνίας την έχει συλλάβει στο μυαλό της αρκετά ανάλαφρα. Το καλό φλερτ είναι μια σοβαρή τέχνη που απαιτεί καλλιέργεια του μυαλού και αρκετή εξάσκηση. Οι εμπειρίες, οι αναμνήσεις και τα διδάγματα που απορρέουν απο την εξάσκησή του, ατελείωτα. Στο φλερτ δείχνουμε την γοητεία μας, την αίσθηση του χιούμορ μας, την εξυπνάδα μας, την μόρφωσή μας, τα ενδιαφέροντά μας. Ταυτοχρόνως, το φλέρτ, είναι ένα παιχνίδι μυαλού μεταξύ του ανδρός που θέλει να κατακτήσει και της γυναίκας που θέλει να κατακτηθεί.

 Έχω την πεποίθηση πως με το πέρας αυτής της σειράς των άρθρων που θα γράψω θα έχετε κατανοήσει την μεγάλη εικόνα του προβλήματος. Θα έχετε μια πολύ καλή ιδέα για το πως πρέπει να φλερτάρετε καινούργια πρόσωπα εκτός του κύκλου σας σε διάφορους χώρους και κυρίως σε νυχτερινά μαγαζιά όπου – σε αντίθεση με ότι υποστηρίζει υποκριτικά η πλειοψηφεία της Ελληνικής κοινωνίας – είναι απο τους καταλληλότερους χώρους για αυτή την πράξη.

 Μόνο όταν γίνει κατανοητή η ρίζα του προβλήματος και εμφανιστεί η μεγάλη εικόνα μπροστά μας μπορούμε να βελτιωθούμε σαν άτομα, να βελτιώσουμε την εικόνα που δείχνουμε στα άτομα του άλλου φύλου και έτσι να βελτιώσουμε τα αποτελέσματά μας όταν τα προσεγγίζουμε.

 Πριν ξεκινήσω λοιπόν να αναλύω πως πιστεύω οτι πρέπει να φλερτάρουμε θεωρώ σκόπιμο να επικεντρωθώ στο γιατί οι (περισσότερες) Ελληνίδες και Έλληνες δεν ξέρουν να φλερτάρουν. Σε αυτό το σημείο δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Δεν λέω οτι οι Έλληνες είναι άσχετοι. Κανένας άνθρωπος δεν είναι άσχετος διότι απο την φύση μας έχουμε γεννηθεί να μην είμαστε άσχετοι σε αυτό το θέμα καθώς υπάρχουν τα ένστικτά μας, τα οποία «υπαγορεύουν» την κατάλληλη δράση στον κατάλληλο χρόνο. Κατα βάθος όλοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά παρατηρείται το φαινόμενο να πηγαίνουμε κόντρα στα ένστικτά μας και να διαιωνίζουμε μια εκνευριστική αδράνεια.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Μας λείπει πολύ η απαιτούμενη συζήτηση που έπρεπε να γίνει με τους γονείς μας (ΚΑΙ) για αυτό το θέμα, αλλά είτε δεν έγινε ποτέ η αν έγινε, δεν μας κάλυψε. Και φυσικά αφού οι περισσότεροι γονείς δεν κατάφεραν να καλύψουν αυτό το θέμα με επιτυχία στα παιδιά τους, είναι λογικό οι περισσότεροι φίλοι μας (οι οποίοι συμβουλεύτηκαν τους δικούς τους γονείς) να μην μπορούν να κάνουν το ίδιο όταν τους ζητάμε την συμβουλή τους. Έχω εξηγήσει σε παλαιότερο άρθρο μου οτι το χάσμα μεταξύ της γενιάς του Πολυτεχνείου και της Γενιάς του Μνημονίου είναι αγεφύρωτο. Με μια μεγάλη απλούστευση, η οποία αδικεί πολλούς, αλλά ταυτόχρονα χαρακτηρίζει την πλειοψηφεία, μπορούμε να συμπεράνουμε πως όσοι Έλληνες είναι 50-55 χρονών και άνω, δεν μπορούν να συννενοηθούν, σχεδόν στο σύνολο των θεμάτων που απασχολούν την κοινωνία μας, με τους νέους των 35 ετών και κάτω, δηλαδή με τα παιδιά τους. Η πρώτη γενιά είναι η τελευταία γενιά μιας συντηριτικής και εσωστρεφούς κουλτούρας η οποία πλέον δεν αντέχεται, ενώ η δεύτερη είναι η πρώτη γενιά μιας νέας εξωστρεφούς και προοδευτικής εποχής την οποία ακόμη προσπαθούμε να περιγράψουμε και να προσδιορίσουμε. Φυσικά υπάρχουν άνθρωποι 50 ετών και άνω που είναι προοδευτικοί, όπως υπάρχουν και αρκετοί νέοι που διαιωνίζουν τον συντηρητισμό των γονιών τους. Όμως η αλήθεια είναι οτι οι περισσότεροι νέοι είμαστε πολυ πιο προοδευτικοί απο νομίζουμε, η απο όσο θα θέλαμε να παραδεχτούμε στον εαυτό μας και στους γύρω μας.

Ακούγεται συνεχώς στην τηλεόραση οτι η οικονομική κρίση έχει σαν πραγματικό αίτιο, βαθύτερες κοινωνικές αντιλήψεις. Αυτό είναι σωστό διότι η οικονομία, όπως και η πολιτική, είναι κοινωνικές επιστήμες, και για να πετύχεις σε αυτούς τους τομείς οφείλεις να μελετάς πολύ καλά την ψυχολογία του ατόμου, να αναλύεις το παρόν αλλά και ταυτόχρονα να μπορείς να χρησιμοποιείς το ένστικτό σου για να προβλέπεις μελλοντικές τάσεις και στάσεις του κοινού προσπαθώντας ταυτόχρονα να επηρεάσεις όπου μπορείς. Η κρίση λοιπόν στην Ελλάδα είναι πρωτίστως κοινωνική και τα αίτιά της οφείλονται την ψυχοσύνθεση του μέσου Έλληνα ο οποίος διέπεται απο υπέρμετρο και πολλές φορές υποκριτικό συντηρητισμό, ενώ ταυτόχρονα νοιάζεται υπερβολικά πολύ για την γνώμη των γύρω του, γνωστών η αγνώστων, η οποία, μαζί με τον συντηρητισμό, λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας για την ανάληψη πρωτοβουλιών στον οποιοδήποτε τομέα της ζωής. Και το φλερτ δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.

Αποτέλεσμα αυτού του συντηρητισμού, ο οποίος καλλιεργείται και εκδηλώνεται σε κάθε σπίτι απο τουλάχιστον έναν απο τους 2 γονείς και μεταβιβάζεται μερικώς η ολικώς και στα παιδιά τους, είναι η αποθέωση της «ασφαλής» μεθόδου διαβίωσης και εξαιτίας αυτής, η έλλειψη πρωτοβουλίας για νέες δράσεις – και του ρίσκου που απορρέει απο αυτήν . Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η μεγαλύτερη πληγή αυτής τη χώρας. Η έλλειψη πρωτοβουλίας, η αποθέωση της συγκεκριμένης και «ασφαλούς» μεθόδου υλοποίησης στόχων στην ζωή που έχει καλλιεργηθεί απο γονείς, δασκάλους και πολιτικούς, και η αδράνεια που στοιχειώνει κάθε άτομο το οποίο «τολμά» να σκέφτεται διαφορετικά, αλλά καταλήγει στις περισσότερες περιπτώσεις να πράττει τα τετριμμένα, η να μην πράττει καθόλου, δεν μπορεί παρα να οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα, η σε καθόλου αποτελέσματα τα οποία έχουν μεγάλο κόστος στον ψυχικό κόσμο του.

Δύο φορές στην ζωή μου έμαθα το παρακάτω μάθημα με πολύ σκληρό τρόπο. Κοστίζει πολύ σε ένα άτομο να μην ακολουθεί το ένστικτό του και να μένει με την απορία της μη αξιοποίησης μιας χαμένης ευκαιρίας. Και η ευκαιρία αυτή, είτε είναι μια επιχειρηματική ιδέα που σκεφτόμαστε καιρό, είτε είναι ένα χόμπυ που θέλουμε να ξεκινήσουμε τώρα που έχουμε χρόνο, είτε είναι η προσέγγιση ενός ατόμου σε ένα μπαρ, όταν δεν αξιοποιείται, μας «στοιχειώνει» για αρκετό καιρό η απορία του τι θα γινόταν αν την είχαμε αξιοποιήσει. Βέβαια στις καθημερινές εξόδους, η ενδεχόμενη απώλεια μιας ευκαιρίας για φλερτ με το άλλο φύλο, δεν μας ενοχλεί για αρκετή ώρα καθώς υπάρχει πάντα το αύριο, αλλά για εκείνο το βράδυ αν υπήρξε μια καλή ευκαιρία και δεν την αξιοποιήσαμε, το φέρνουμε βαρέως στο κεφάλι μας. Και φυσικά αυτή η νοοτροπία, στο συγκεκριμένο θέμα, όπως και στα υπόλοιπα θέματα της ζωής μας, απλώς διαιωνίζει την αδράνειά μας, με μεγάλο, επαναλαμβάνω, προσωπικό ψυχικό κόστος το οποίο δημιουργεί «μόνιμες» πληγές.

 Σας το λέω απο προσωπική πείρα πως όταν κάτι μέσα σου, σε παροτρύνει συνεχώς να προβείς σε μια συγκεκριμένη ενέργεια, οφείλεις στον εαυτό σου να ακολουθήσεις την φωνή μέσα σου. Η απορία που εκδηλώνεται μέσα μας πρέπει να απαντηθεί για να μπορέσουμε καταρχήν να ηρεμήσουμε και να δώσουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να κάνει βήματα μπροστά στην ζωή του. Έτσι, αν κοιταζόμαστε με μια ωραία γυναίκα σε ένα νυχτερινό μαγαζί η οποία είναι διαθέσιμη και εμείς την επιθυμούμε, οφείλουμε να βρούμε τρόπους να την προσεγγίσουμε. Και αν, όντας απο την αντίθετη πλευρά, κοιτάζουμε έναν διαθέσιμο άνδρα, οφείλουμε να βρίσκουμε τρόπους για να τον κάνουμε να μας προσεγγίσει.

 Όμως αυτή η «δημοσιουπαλληλική» νοοτροπία (η αλλιώς η περίφημη «Ελληνική Νοοτροπία») η οποία μαστίζει αυτή την χώρα σε όλους τους τομείς της ζωής, έχει αλλοιώσει σε τεράστιο βαθμό την πραγματική μας φύση. Και η πραγματικότητα είναι πως ο άνθρωπος είναι ένα ον γεμάτο περιέργεια η οποία πρέπει να ικανοποιείται. Η ικανοποίηση αυτής της περιέργειας αποτελούσε πάντα την προυπόθεση της εξέλιξής μας σαν όντα διαμέσου των αιώνων. Θα έπρεπε να είμασταν σε θέση να αναλαμβάναμε πρωτοβουλίες ώστε να ικανοποιούσαμε αυτήν την περιέργειά μας, αλλά δεν το κάνουμε. Στην Ελλάδα για να κάνουμε βήματα μπροστά στην ζωή μας, πάντα το κάνουμε μέσω τρίτων. Βρίσκουμε δουλειά επειδή ξέρουμε κόσμο, η επειδή ανέλαβαν δράση οι γονείς μας με τις γνωριμίες τους. Ανοίγουμε επιχειρήσεις επειδή άνοιξαν και άλλοι και φυσικά ασχολούμαστε με το ίδιο αντικείμενο. ( που να βρεθεί φαντασία για κάτι καινούργιο;) Βρίσκουμε χόμπυ επειδή κάποιοι φίλοι μας το κάνουνε, τους οποίους παρέσυραν κάποιοι άλλοι και πάει λέγοντας. Και, αφού συμπεριφερόμαστε έτσι, φυσικά καταλήγουμε στο να βρίσκουμε γυναίκες (η άνδρες) μέσω τρίτων.

Αυτή η «δημοσιουπαλληλική» νοοτροπία, η νοοτροπία της ασφαλούς οδού, η οποία έχει εμπεδωθεί για τα καλά στην κοινωνία μας, αφού καλλιεργείται σχεδόν σε κάθε σπίτι, είναι η αιτία που μας έχει φέρει στο σημείο να σκεφτόμαστε πως τα πράγματα, γενικώς, μπορούν να αλλάξουν προς το καλύτερο μόνο με την παρέμβαση τρίτων. Έχουμε μάθει να περιμένουμε τα πράγματα να αλλάξουν αντί να προσπαθούμε να τα αλλάζουμε εμείς. Δεν ξέρουμε πως θα αλλάξουν, απλά ελπίζουμε. Αυτό φυσικά έχει επιπτώσεις και στο φλερτ. Μια επίπτωση είναι πως ουσιαστικά περιοριζόμαστε στις γνωριμίες μας για να αναζητήσουμε σύντροφο. Μια άλλη επίπτωση είναι πως όταν βασιζόμαστε σε τρίτους για την εξεύρεση συντρόφου, ουσιαστικά στερούμε στον εαυτό μας μεγάλο μέρος της απόλαυσης του «παιχνιδιού». Δεν μαθαίνουμε να αναλαμβάνουμε δράση, δεν μαθαίνουμε να ρισκάρουμε και να ζούμε με τις επιπτώσεις των πράξεών μας.

 Έχει μεγάλο δίκιο ο Νίτσε όταν είπε οτι η ασφαλής ζωή, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος. Διότι η αδράνεια και η μονοτονία που επιβάλλει η ασφαλής ζωή,σκοτώνει την ατομική πρωτοβουλία, την φαντασία, την έμπνευση, τον αυθορμητισμό, έννοιες απαραίτητες για την σωστή και απολαυστική προσέγγιση ενός ατόμου του άλλου φύλου, έννοιες απαραίτητες για να πάει γενικώς μπροστά αυτή η χώρα.

 Μας τιμάει αυτή η διαπίστωση σαν άνδρες; Μας ικανοποιεί αν είμαστε γυναίκες; Μαντεύω πως όχι. Θα θέλαμε να μπορούσαμε να φλερτάρουμε απο μόνοι μας έστω για μια φορά να δούμε πως είναι; Μαντεύω πως ναι. Διότι όταν αναλαμβάνεις πρωτοβουλίες απο μόνος σου, όταν παίρνεις την κατάσταση στα χέρια σου, απολαμβάνεις περισσότερο το παιχνίδι, έχεις μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση, έχεις άλλον «αέρα», «εκμπέμπεις» άλλη «αύρα». Και φυσικά έχεις καλύτερα αποτελέσματα.

Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Όπως είπα παραπάνω, θα πρέπει να κάνουμε μαζί την συζήτηση που δεν έγινε ποτέ στο σπίτι με τους γονείς, η αν έγινε, δεν έγινε σωστά και δεν μας έχει καλύψει. Στο επόμενο άρθρο μου θα ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα που πιστεύω οτι θα βοηθήσουν να έχουμε μια καλύτερη ιδέα του τι πρέπει να κάνουμε όταν αποφασίσουμε να φλερτάρουμε κάποιον. Για την ώρα, επιθυμώ να γίνει κατανοητή η σημαντικότητα του προβλήματος και τα αίτια που το δημιουργούν. Διότι η έλλειψη ατομικής πρωτοβουλίας και ο έντονος μιμητισμός που μας χαρακτηρίζει σαν λαός δεν είναι κάτι που πρέπει να το παίρνουμε ανάλαφρα. Μα καθόλου ανάλαφρα!

No comments:

Post a Comment